16 Ιανουαρίου 2020

Εσύ αλήθεια, πως επικοινωνείς;

… Με μια συνομιλία, ένα μήνυμα στο κινητό, έναν καβγά…

Όλα αυτά είναι μορφές επικοινωνίας, σωστά!

Και πώς αλλιώς επικοινωνείς;

…Με ένα βλέμμα, μια αγκαλιά, ένα χαμόγελο…

Οι αισθήσεις και οι σκέψεις έχουν πρωταρχικό ρόλο στον τομέα της επικοινωνίας. Η επικοινωνία μπορεί να εκφράζεται λεκτικά ή και όχι. Σίγουρα όμως για να υπάρξει επικοινωνία προϋποθέτει την παρουσία ενός πομπού και ενός δέκτη.

“You think it’s a secret but everybody knows..”

Κάθε φορά που μιλάμε, κοιτάμε ή γράφουμε σε κάποιον επικοινωνούμε με αυτόν. Οι εκφράσεις του προσώπου μας, ο τόνος της φωνής μας, η κοτσίδα στα μαλλιά μας, ακόμα και τα ρούχα που θα επιλέξουμε να φορέσουμε είναι μηνύματα που αφορούν εμάς και τα εκπέμπουμε, πολλές φορές ασυνείδητα!

Άρα για να υπάρξει επικοινωνία χρειάζονται τουλάχιστον 2 ξεχωριστά έμβια όντα (άνθρωπος, ζώο);

Ακόμα και όταν δεν υπάρχει φανερός δέκτης για να επικοινωνήσουμε, πάντα υπάρχει εκεί ο εαυτός μας! Και ξέρουμε όλοι ότι επικοινωνούμε συνεχώς με αυτόν: «Αμάν πόσο έφαγες πάλι», «Καλά σήμερα είσαι μια κούκλα», «Ωχ τι τον συνάντησα τώρα αυτόν, δεν έχω όρεξη να του μιλήσω». Εσωτερικοί διάλογοι με μοναδικό δέκτη τον ίδιο μας τον εαυτό! Τέτοιου είδους συζητήσεις μπορεί να είναι εξίσου παραπλανητικές, με δόλο ή αδιέξοδες όπως οι συζητήσεις με άλλους ανθρώπους. Και ίσως και περισσότερο! Αφού συνδέονται με τον τρόπο που βλέπουμε τον ίδιο μας τον εαυτό και ταυτόχρονα τον κόσμο γύρω μας.

Μπορείτε να καταλάβετε τώρα πως η έκφραση «Όλα τα κακά μαζεμένα σε εμένα τον άτυχο έχουν συμβεί» παίρνει σάρκα και οστά; Επαναλαμβάνοντας στον εαυτό μας πόσο δυστυχισμένοι και αδύναμοι είμαστε, το πιο πιθανόν είναι να γίνουμε και στην πραγματικότητα, αφού με αυτά τα χαρακτηριστικά θα αντιλαμβανόμαστε και τον κόσμο γύρω μας!

Γιατί έχουμε όμως ανάγκη την επικοινωνία;

Γιατί καλύπτουμε ανάγκες μας.. Χρειαζόμαστε οδηγίες, φαγητό, αναγνώριση, επιβεβαίωση  ακόμα και απελευθέρωση από πόνο.. Αν σταματήσουμε να επικοινωνούμε δεν θα μπορέσουμε να έχουμε τίποτα από τα παραπάνω. Δεν θα ανακαλύπταμε καινούρια πράγματα, δεν θα υπήρχαν σχέσεις και καμία δουλεία δεν θα ολοκληρωνόταν.. Θα υπήρχε λοιπόν μια ανισορροπία. Και οι ανισορροπίες συνήθως καταλήγουν σε ασθένειες. Όταν λοιπόν αρχίσουμε να εκτιμάμε το γεγονός πως αυτό που βρίσκουμε είναι εν τέλει αυτό που ψάχνουμε τότε θα σταματήσουμε  να μιλάμε για κακοτυχίες, αρρώστιες κλπ.

Και γιατί μερικές φορές δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε αποτελεσματικά;

«Μα αφού δεν καταλαβαίνει!»

Και όμως, ο μόνος λόγος που δεν επικοινωνούμε αποτελεσματικά είναι ο ίδιος μας ο εαυτός. Το μήνυμα που θα λάβει ο δέκτης διαφέρει και εξαρτάται από τον δικό του χάρτη πραγματικότητας. Απ τα δικά του βιώματα, τις δικές του πεποιθήσεις και από το τι περιμένει αυτός να πάρει σαν μήνυμα. Δεν μπορούμε να πιέσουμε ή να περιμένουμε από κανέναν να αλλάξει. Το μόνο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε είναι να αναπροσαρμόσουμε τον τρόπο που επικοινωνούμε και εκφραζόμαστε ανάλογα με το άτομο που έχουμε απέναντι μας ώστε να γίνουμε κατανοητοί. Να ακούμε ενεργητικά, να παρατηρούμε τον συνομιλητή μας, τις εκφράσεις του, το σώμα του, τον τόνο της φωνής του. Και το πιο δύσκολο απ όλα; Να αποφεύγουμε τους εσωτερικούς διαλόγους. Τι αντίστοιχο μου έχει συμβεί, τι θα έκανα εγώ κλπ. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε να αφουγκραστούμε πραγματικά τον συνομιλητή μας, να μιλήσουμε τη γλώσσα του, να επικοινωνήσουμε!

Μια αποτελεσματική επικοινωνία λοιπόν συμπεριλαμβάνει:

  • την έκφραση συναισθημάτων είτε θετικών είτε αρνητικών. Σκεφτείτε πόσο διαφορετικά εκλαμβάνει ο συνομιλητής σας την έκφραση «Δεν βγάζει κανένα νόημα αυτό που λες» σε αντίθεση με το «Νιώθω εκνευρισμένος γιατί δεν μπορώ να καταλάβω τι θέλεις να μου πεις». Και στις δύο περιπτώσεις εννοούμε το ίδιο πράγμα σωστά; Στην πρώτη όμως, φαίνεται απλά να κατηγορούμε τον συνομιλητή μας ενώ στη δεύτερη περίπτωση, «ανοίγουμε τα χαρτιά μας», εκδηλώνουμε συναίσθημα και επωμιζόμαστε μερίδιο ευθύνης για την μη κατανόηση, θέτοντας τις βάσεις για διάλογο.
  • την έκφραση σκέψεων που πολλές φορές θυσιάζουμε στον βωμό του «εξυπηρετικού και καλού παιδιού». Πόσες φορές απαντήσαμε σε πρόταση για έξοδο «Ναι εννοείται» ενώ στην πραγματικότητα θέλαμε να απαντήσουμε «Δεν έχω καμία διάθεση να βγω σήμερα». Απλά για να μην στενοχωρήσουμε τον φίλο μας και να υπηρετήσουμε άξια την ταμπέλα του καλού παιδιού. Φροντίζοντας τον εαυτό μας, εκφράζοντας αυτό που νιώθουμε ακόμα και αν δυσαρεστήσει κάποιους ή αποτελεί μειοψηφική άποψη, βάζουμε σε προτεραιότητα τον εαυτό μας διατηρώντας ψυχικές και σωματικές ισορροπίες.
  • την αποφυγή γενικεύσεων, απόλυτων απόψεων και κριτικής. Για παράδειγμα «Ήταν η χειρότερη μέρα της ζωής μου» ενώ θα μπορούσαμε να πούμε «Είχα μια έντονη λογομαχία με τον προϊστάμενο μου, έκαψα το φαγητό το μεσημέρι και έμεινα από μπαταρία στο αυτοκίνητο» ή «Άντρες, πεταμένα λεφτά» ενώ στη θέση του θα μπορούσε να είναι: «Με εκνεύρισε ο Γιώργος σήμερα γιατί ξέχασε το ραντεβού μας έξω από το σινεμά». Με αυτό τον τρόπο, δίνοντας περισσότερες λεπτομέρειες για το γεγονός, γινόμαστε πολύ συγκεκριμένοι και αφήνουμε στον συνομιλητή μας τον χώρο να εκφραστεί ίσως και να διαφωνήσει. Συνεπώς ανοίγουμε διαύλους επικοινωνίας. Με την ίδια λογική χρειάζεται να κατανοήσουμε πως άνθρωποι διαφορετικού φύλου, καταγωγής και κουλτούρας αντιλαμβάνονται και επικοινωνούν διαφορετικά. Συνεπώς χρειάζεται να αναπροσαρμόζουμε τον τρόπο που επικοινωνούμε ανάλογα τον συνομιλητή μας. Χρειάζεται να μάθουμε να διαχειριζόμαστε και να αποβάλουμε σκέψεις και συμπεράσματα τύπου «είναι καλύτερος από εμένα», «λιγότερο απ ότι εγώ» και να τα μεταφράσουμε σε «είναι απλά διαφορετικός από εμένα».
  • την παραδοχή λαθών. Σκεφτείτε πόση ενέργεια καταναλώνουμε για να καλύψουμε λάθη, πόσο άγχος και πίεση νιώθουμε υπό τη σκέψη πως κάποιος θα ανακαλύψει τι έχουμε κάνει. Το να παραδεχτούμε ένα λάθος χειρισμό δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα. Ένας άνθρωπος που έχει μεγαλώσει σαν «τον πιο δυνατό της οικογένειας», συχνά πιστεύει πως με τους σωστούς χειρισμούς θα αποφύγει να αποκαλύψει το λάθος του για να μην χαλάσει την εικόνα που έχουν φτιάξει οι άλλοι γι αυτόν. Πόσο ρεαλιστικό είναι όμως αυτό; Πόσο μεθοδευμένη και καθοδηγούμενη θα είναι η επαφή του με τους άλλους ανθρώπους στην προσπάθεια του να μην προδοθεί; Άρα τελικά επικοινωνεί αποτελεσματικά;

“Wecannotnotcommunicate”

Και επειδή όπως είπαμε η επικοινωνία χωρίζεται σε λεκτική και μη λεκτική, σκεφτείτε το διπλά την επόμενη φορά που θα πείτε: «Εμένα μη με ανακατεύετε, δεν μίλησα καν!» Μήπως όμως κοιτάξατε με ένα ιδιαίτερο βλέμμα; Αισθανθήκατε κάποιο συναίσθημα και αυτό αποτυπώθηκε έστω και ασυναίσθητα στο πρόσωπο σας; Ακουμπήσατε διακριτικά το χέρι κάποιου για να του δώσετε κουράγιο;

Και αν αυτά δεν είναι επικοινωνία, τότε τι είναι;

Ώρα καλή!

Χημικός | NLP Wellbeing Coach

Φαρμακευτική και Βιολογική Χημεία MSc 

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο

Διάβασε επίσης

Του κόσμου το στενό γιοφύρι, θα το περάσουμε μαζί

ΔΙΑΒΑΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

Να μη μας συνηθίσουμε

ΔΙΑΒΑΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ